Θανατική ποινή: Πότε καταργήθηκε στην Ελλάδα – Ποιος ήταν το τελευταίος Έλληνας θανατοποινίτης – Είχε κάνει ένα από τα πιο φρικτά εγκλήμα

July 13, 2025
Θανατική ποινή: Πότε καταργήθηκε στην Ελλάδα – Ποιος ήταν ο τελευταίος Έλληνας που εκτελέστηκε – Ποιο ήταν το αποτρόπαιο έγκλημα που διέπραξε

Θανατική ποινή: Πότε καταργήθηκε στην Ελλάδα – Ποιος ήταν το τελευταίος Έλληνας θανατοποινίτης – Είχε κάνει ένα από τα πιο φρικτά εγκλήμα


Διαφ.

Η 10η Οκτωβρίου έχει καθιερωθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα κατά της θανατικής ποινής και εορτάζεται πανηγυρικά ανά τον κόσμο, αφού η παύση επιβολής της εν λόγω ποινής θεωρείται ως το πλέον δημοκρατικό βήμα για ένα Κράτος που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η θανατική ποινή στην Ελλάδα

Η θανατική ποινή στη σύγχρονη Ελλάδα εκτελείτο δια τουφεκισμού ή στη λαιμητόμο (ως το 1913). Η τελευταία εκτέλεση έγινε το 1972, ενώ η νομική κατάργηση της ποινής έγινε σταδιακώς μεταξύ 1975 και 2005.

Οι εκτελέσεις κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και της Α΄ Ελληνικής Δημοκρατίας γίνονταν δια τυφεκισμού, ωστόσο όταν η μοναρχία εισήγαγε τον ποινικό κώδικα το 1834, ο αποκεφαλισμός με γκιλοτίνα έγινε η μόνη μορφή εκτέλεσης.

Διαφ.

Το 1847 ζητήματα διαθεσιμότητας της λαιμητόμου σε κάθε εκτέλεση οδήγησαν την κυβέρνηση στον ορισμό του τυφεκισμού ως εναλλακτική μεθόδου εκτέλεσης. Η τελευταία εκτέλεση με λαιμητόμο έγινε το 1913.

Διαφ.

Το 1925 πραγματοποιήθηκαν 2 εκτελέσεις με αγχόνη, η οποία είχε εισαχθεί ως μέσο εκτέλεσης θανατικών καταδικών επί υποθέσεων κατάχρησης δημοσίου χρήματος από την Δικτατορία Παγκάλου.

Διαφ.

Ο σχετικός νόμος δεν εφαρμόστηκε άλλη φορά μέχρι την κατάργησή του, ένα χρόνο αργότερα και το 1929 ο τυφεκισμός κατέστη η μόνη μέθoδος εκτέλεσης θανατικών ποινών.

Διαφ.

Κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου πραγματοποιήθηκαν περίπου 3000 εκτελέσεις.

Η τελευταία εκτέλεση έγινε στις 25 Αυγούστου 1972, στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), στην περιοχή Δύο Αοράκια του Ηρακλείου. Ο 27χρονος Βασίλης Λυμπέρης εκτελέστηκε δια τυφεκισμού για την ειδεχθή δολοφονία της συζύγου, της πεθεράς και των δύο παιδιών του.

width=646

Βασίλης Λυμπέρης, ο τελευταίος θανατοποινίτης στην Ελλάδα

Το Σύνταγμα του 1975, υπό το άρθρο 7 παρ. 3, αρχικώς κατήργησε την θανατική ποινή για τα πολιτικά εγκλήματα, εκτός των συνθέτων. Στην Δίκη των πρωταιτίων της Χούντας, οι Παπαδόπουλος, Μακαρέζος, Παττακός, καταδικάσθηκαν εις θάνατον για το αδίκημα της στάσης. Οι ποινές όμως μετριάσθηκαν σε ισόβια κάθειρξη με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Το 1993, με τον νόμο 2172, καταργήθηκαν από τον Ποινικό Κώδικα όλες οι διατάξεις περί της θανατικής ποινής.

Ως τότε, οι κατηγορούμενοι για αδικήματα που επέσειαν την ποινή του θανάτου μπορούσαν να καταδικασθούν εις θάνατον (παραδείγματος χάριν, ο Κυριάκος Παπαχρόνης καταδικάσθηκε δις εις θάνατον), όμως οι θανατικές ποινές δεν εκτελούνταν αλλά μετριάζονταν σε κάθειρξη. Το 1997, η Ελλάδα κύρωσε το Δεύτερο Προαιρετικό Πρωτόκολλο στο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, αποσκοπώντας στην κατάργηση της ποινής του θανάτου, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων εφαρμογής της βάσει του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, μετά από καταδίκη για έγκλημα στρατιωτικού χαρακτήρα υψίστης σημασίας που τελέσθηκε σε καιρό πολέμου.

Το επόμενο έτος η Ελλάδα κύρωσε το Πρωτόκολλο 6 της ΕΣΔΑ, καταργώντας την θανατική ποινή εν καιρώ ειρήνης.

Με τη Συνταγματική αναθεώρηση του 2001, το άρθρο 7 παρ. 3 αποτύπωσε τις προηγηθείσες αλλαγές: Θανατική ποινή δεν επιβάλλεται, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο νόμο για κακουργήματα τα οποία τελούνται σε καιρό πολέμου και σχετίζονται με αυτόν.

Το 2004, η Ελλάδα κύρωσε το προαιρετικό πρωτόκολλο 13 της ΕΣΔΑ, το οποίο προβλέπει την κατάργηση της θανατικής ποινής σε όλες τις περιστάσεις, καταργώντας τις σχετικές διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα και του Κανονισμού Εξωτερικής Υπηρεσίας των Στρατευμάτων (που ρύθμιζε τη διαδικασία των εκτελέσεων). Ένα χρόνο αργότερα, τέθηκε σε ισχύ.

Βασίλης Λυμπέρης: Ο τελευταίος θανατοποινίτης στην Ελλάδα – Έκαψε τη σύζυγο, τα παιδιά και την πεθερά του

Το βράδυ της 4ης Ιανουαρίου του 1972 ο Βασίλης Λυμπέρης διέπραξε ένα νοσηρό έγκλημα που θα έμενε στην ιστορία των αστυνομικών χρονικών.

Ο Βασίλης Λυμπέρης πήγε στο σπίτι στο Χαλάνδι όπου έμενε η εν διαστάσει σύζυγος του με τα παιδιά τους και με την μητέρα της. Μαζί με άλλους τρεις συνεργούς, άνοιξε την πόρτα, μπήκε μέσα ενώ κοιμόντουσαν όλοι και περιέλουσε τα πάντα με 3 μπιτόνια βενζίνη.

Ύστερα με ένα σπίρτο που είχε αγοράσει από το περίπτερο δίπλα στο σπίτι, έβαλε φωτιά στον χώρο. Τα μωρά του ξεψύχησαν σχεδόν αμέσως. Η σύζυγος του βγήκε από το δωμάτιο και τον ρώτησε τι κάνει εκεί. Τότε την έσπρωξε και την κλείδωσε μέσα.

width=772

Εξώφυλλο εφημερίδας της εποχής με πρώτη είδηση την εκτέλεση του Βασίλη Λυμπέρη

Στη συνέχεια και ενώ το σπίτι λαμπάδιαζε βγήκε με τους συνεργούς του και κλείδωσε την πόρτα. Μέσα στο σπίτι κάηκαν όλοι. Όταν η πυροσβεστική έσβησε το πρωί τις φλόγες βρήκε απανθρακωμένα και δυο μικρά κορμάκια. Ήταν η κόρη του και ο γιος του. Η πεθερά του ήταν νεκρή και αυτή ενώ η σύζυγος μεταφέρθηκε με βαριά εγκαύματα στο νοσοκομείο όπου και ξεψύχησε μετά από λίγες ώρες.

Ο Λυμπέρης άκουσε παγερά ατάραχος τον πρόεδρο του πενταμελούς κακουργιοδικείου της Αθήνας να τον καταδικάζει τετράκις εις θάνατον. Μια φορά σε θάνατο για κάθε ζωή που πήρε. Ο ένας συνεργός του – ο μόλις 18 χρονών – Πάυλος Αγγελόπουλος καταδικάστηκε και εκείνος σε θάνατο ενώ οι άλλοι δυο σε μικρότερες ποινές.

Η εκτέλεση του δολοφόνου θα γινόταν τους επόμενους μήνες. Προηγουμένως είχε δικαίωμα να ζητήσει να του δοθεί χάρη και να αποφύγει το εκτελεστικό απόσπασμα. Όπως και έκανε.

Η εκτέλεση

Το ξημέρωμα της 25ης Αυγούστου στις φυλακές της Αλικαρνασσού στο Ηράκλειο της Κρήτης ο διευθυντής των φυλακών, ανακοίνωσε στον Βασίλη Λυμπέρη ότι η αίτηση χάριτος που είχε υποβάλλει, απορρίφθηκε. Με το πρώτο φως του ήλιου θα γινόταν η εκτέλεση της ποινής του.

Όπως περιγράφουν από εκείνη τη στιγμή και μετά ο δολοφόνος των 4 ανθρώπων, δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Έτρεμε και ακόμη και το τελευταίο τσιγάρο που ζήτησε από έναν δεσμοφύλακα δεν ήταν σε θέση να το καπνίσει. Είχε μόνο λίγα λεπτά ζωής.

width=729

Ο Βασίλης Λυμπέρης στο δικαστήριο

Με τρεμάμενο χέρι δίνει ένα διπλωμένο χαρτάκι στον δεσμοφύλακα. Για τη μάνα μου του λέει. Ήταν το τελευταίο του γράμμα στο οποίο ζητούσε συγχώρεση για τον πόνο που της προκάλεσε σε κείνη και στα αδέλφια του.

Καμία συγνώμη στο γράμμα για τα θύματα του. Καμία συγνώμη για την κόρη του 2μιση χρονών και τον γιο του ενός έτους. Καμία συγνώμη για την σύζυγο του. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ.

Οι δεσμοφύλακες τον οδήγησαν στον χώρο της εκτέλεσης. ήταν το πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ) στην περιοχή Δυο Αοράκια στο Ηράκλειο. Εκεί τον περίμενε ένα δωδεκαμελές εκτελεστικό απόσπασμα.

width=627

Εξώφυλλο εφημερίδας της εποχής για το φρικτό έγκλημα του Βασίλη Λυμπέρη


Πηγή

Διαβάστε επίσης: